BLOG

Ντόπια σπόρια και διαφορές με τα σπόρια εργαστηρίου ως προς τη διατροφική αξία τους.

Ντόπια σπόρια και διαφορές με τα σπόρια εργαστηρίου

Μόλις δημιουργήθηκαν  οι προϋποθέσεις για την καλλιέργεια των σπόρων, ο άνθρωπος στράφηκε προς τη γεωργία, εγκαταστάθηκε σε σταθερές κοινότητες, αυξήθηκε ο πληθυσμός και έγινε η έναρξη της κοινωνικής ζωής και του πολιτισμού του ανθρώπου.

Από τα Αρχαία χρόνια και τις απαρχές της Γεωργίας, κάθε Κοινωνία   καλλιεργούσε σπόρους για την τροφή της στους τόπους πού διέμενε. Με την πάροδο των ετών οι σπόροι αυτοί απέκτησαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, προσαρμοζόμενοι στο τοπικό περιβάλλον.

Υπάρχουν πρόσφατες ενδείξεις ότι η συχνότητα εμφάνισης πολλών αυτοάνοσων και εκφυλιστικών ασθενειών αυξήθηκε κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Αυτές οι μελέτες παρέχουν στοιχεία ότι η αλλαγή αυτής της συχνότητας διαπιστώθηκε από την  γενετική επέμβαση στους σπόρους  και τη βιομηχανοποίηση της τροφής, παρά το «θετικό» τεχνοκρατικά γεγονός, ότι έτσι αυξήθηκε η ποσότητα της «τροφής».

Ειδικότερα για  την κοιλιοκάκη, τελευταίες εξελίξεις της βιο-ιατρικής και της γενετικής εικάζουν ότι η αύξηση της κοιλιοκάκης μπορεί να έχει συμβεί λόγω των αλλαγών στις πρωτεΐνες σιταριού ως αποτέλεσμα της γενετικής βελτίωσης μέσω τού υβριδισμού του σιταριού.

Επίσης πρόσφατες βιβλιογραφικές ανασκοπήσεις και έρευνες θέτουν υπό αμφισβήτηση τη γενικευμένη ενοχοποίηση όλων των ειδών σιτηρών στο πρόβλημα της κοιλιοκάκης και της δυσανεξίας στη γλουτένη, ανοίγοντας προοπτικές για την επιλογή  ποικιλιών που μπορούν να καταναλωθούν χωρίς κίνδυνο ή με ελαχιστοποιημένη επιβάρυνση από τους ασθενείς.

Έτσι οι επιστήμονες και οι ειδικοί της διατροφής στράφηκαν στις παλιές και αρχαίες ποικιλίες. Όμως, η έρευνα που διεξάγεται σε αρχαίες ποικιλίες σίτου είναι σπάνια, αλλά οι διαθέσιμες πληροφορίες εγείρουν ενδιαφέρουσες σκέψεις που απαιτούν συζήτηση, ειδικά όταν εξάγονται συμπεράσματα για τα οφέλη τους στην υγεία.

Παρόλο που έχουν δημοσιευθεί αρκετές μελέτες σχετικά με τα περιεχόμενα και τις συνθέσεις βιοδραστικών συστατικών στα αρχαία είδη σίτου (μονόκοκκο, δίκοκκο και spelt ή ντίνκελ), ιδιαίτερα στα σπέρματα, οι οριστικές συγκρίσεις αυτών των ειδών με το σύγχρονο ψωμί και το σύγχρονο σκληρό σιτάρι είναι σπάνιες. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτό. Πρώτον, τα αρχαία είδη σίτου συνήθως καλλιεργούνται σε βιολογικά ή παραδοσιακά συστήματα χαμηλών εισροών, ενώ τα σύγχρονα είδη σίτου συνήθως εκτρέφονται για συστήματα υψηλής έντασης εισροών.

Είναι εύκολο λοιπόν να φαντασθούμε ότι μια καλλιέργεια πού στηρίζεται στα υβρίδια και στα λιπάσματα και λοιπά χημικά, πόσο ελλιπής και προβληματική είναι.

Η Γή για να δεχθεί το σπόρο, να τού δώσει ζωή και  να τον αναπτύξει  πρέπει να είναι ζωντανή· εκτός από τις  κλιματολογικές συνθήκες, το μικροκλίμα της περιοχής και τη φωτοσυνθετική ικανότητα πρέπει να έχει όλα τα θρεπτικά συστατικά, τούς μικροοργανισμούς, τα βακτήρια· είναι γνωστό  ότι ακόμα και ένα βακτήριο να απουσιάζει, από τα δισεκατομμύρια, σε όλη αυτή τη διαδικασία, δημιουργεί κενά στην ανάπτυξη τού φυτού και απαιτεί  χημική παρέμβαση από τον καλλιεργητή, δηλαδή λιπάσματα και φάρμακα.

Η Γή δηλαδή δεν είναι ΖΩΝΤΑΝΗ· τι άλλο κάνουν τα χημικά λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα, από το να προσπαθούν να υποκαταστήσουν τις ιδιότητες και τον ρόλο της  Γής. Η εντατικοποίηση των καλλιεργειών έχει εξαντλήσει τη Γή και οι μοντέρνοι σπόροι είναι πολύ απαιτητικοί.  

Θα αναρωτηθεί βέβαια κάποιος ότι σπόρος είναι ο ένας , σπόρος κι ο άλλος, στάρι το ένα στάρι και το άλλο. Δεν είναι όμως έτσι, γιατί η ουσιαστική αλήθεια είναι διαφορετική, καθώς και τα υβρίδια και βελτιωμένα σπόρια το ίδιο  γενικό όνομα μπορεί να έχουν, αλλά επ’ ουδενί δεν μπορεί να γίνει ταύτιση κάτω από τον γενικό όρο «στάρι», επί παραδείγματι, ή «δίκοκκο» των ντόπιων σπόρων με τα υβρίδια και τις πιστοποιημένες ποικιλίες των Εταιρειών σπόρων.

Εμείς στο Αγρόκτημα κατανοώντας, πριν από τις σύγχρονες έρευνες και την αναγκαιότητα της σημαντικότητας των ντόπιων παλιών και παραδοσιακών σπόρων, πειραματιστήκαμε με πάνω από σαράντα (40) ποικιλίες ντόπιων σπόρων σιτηρών, με καλλιέργεια και παρατήρηση πολλών ετών· οι συνειδητοί αγρότες και καλλιεργητές γνωρίζουν πόσο χρονοβόρα και κοπιαστική εργασία είναι αυτή και μάλιστα όταν στοχεύουμε στην σταθεροποίηση των ποικιλιών και των ποιοτικών χαρακτηριστικών τους.

Οι σπόροι πού επιλέχθηκαν τελικά για τα πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους , είναι σπόροι πού είχαν επιλεχθεί και καλλιεργούντο από τούς προγόνους μας  (κοντινούς και παλαιότερους) στον συγκεκριμένο χώρο (Εικόνα 1).

Εικόνα 1

Αντιληφθήκαμε έτσι ότι οι τοπικοί σπόροι ανταποκρίθηκαν καλύτερα από τούς άλλους (παρότι και αυτοί Ελληνικοί) και έδωσαν και καλύτερα ποιοτικά και  γευστικά χαρακτηριστικά.

Δεν είναι απαγορευτικό, αλλά λάθος, οι ντόπιοι σπόροι να καλλιεργούνται σε άλλη περιοχή.

Στο Αγρόκτημα όλοι οι σπόροι  (σκληρό στάρι-μαλακό στάρι-κριθάρι-καλαμπόκι-όσπρια-σίκαλη-ελληνικό μονόκοκκο-ελληνικό δίκοκκο και πολλά άλλα), που διασώθηκαν και καλλιεργούμε, είναι ντόπιες ποικιλίες πού καλλιεργούνται σε συγκεκριμένα γεωγραφικά όρια,  φροντίζοντας αυστηρά για την καθαρότητα κάθε ποικιλίας· μιά πολύ κουραστική, υπεύθυνη εργασία, με μεγάλο κόστος (Εικόνα 2 και 3).

Αν βγούν έξω από τα γεωγραφικά αυτά όρια, θα έχουμε ένα τελείως διαφορετικό προϊόν.

Εικόνα 2

Εικόνα 3

ΚΑΤΑΛΗΞΑΜΕ ότι η διάσωση και καλλιέργεια των δικών μας ντόπιων σπόρων όχι μόνο επαναφέρει τις παλιές αγαπημένες και γνωστές γεύσεις, όχι μόνο τα οφέλη στην υγεία μας είναι σημαντικά , όχι μόνο επαναφέρεται η μειούμενη βιοποικιλότητα στην περιοχή , αλλά αναπτύσσεται η αλληλεγγύη  μεταξύ των αγροτών πολύ γρήγορα.

Οι αγρότες δεν εξαρτώνται από τούς σπόρους της αγοράς και των διεθνών εργαστηρίων, συνεργάζονται πρώτα σε τοπικό και μετέπειτα σε Εθνικό επίπεδο  μεταξύ τους και διαπιστώνουν ότι η καλλιέργεια και οι στόχοι τους είναι κοινοί, τα προβλήματα είναι κοινά και λύνονται σε τοπικό επίπεδο, πού είναι ευκολότερο από ένα διευρυμένο χώρο.

Επομένως ας τηρήσουμε τις βασικές Αρχές:

1) κάθε αγρότης το δικό του σπόρο και φυτό.

2) το δικό του δένδρο,

3) το δικό του ζώο και επομένως το δικό του τοπικό προϊόν, πού έχουν ταυτότητα προσωπική, τοπική, ιστορική και πάνω από όλα, και όλα αυτά

4) με απέραντο σεβασμό στη ΦΥΣΗ.

  Πιστεύουμε ότι οι συνάνθρωποί μας εύκολα θα αντιληφθούν τη διαφορά των προϊόντων από τα παλιά δικά μας ντόπια σπόρια.

Γιατί έχουν ζωντανή όχι μόνο την ανάμνησή τους, αλλά γιατί και ο Οργανισμός μας με (αυτήν πού οι επιστήμονες λένε) την κυτταρική, γονιδιακή μνήμη του αναγνωρίζει μάλλον εύκολα, αν η τροφή του προέρχεται από σπόρους πού είναι αποτέλεσμα μιας αργής φυσικής εξέλιξης και άρα συμβατής με αυτόν και όχι μιάς εκβιασμένης και τεχνητής εξέλιξης, προσαρμοσμένης στο βωμό τού γρήγορου κέρδους.

Θεωρούμε ότι δεν θα αργήσει η κατηγορηματική επιβεβαίωση και από την Επιστήμη, γιατί υπάρχουν άξιοι Επιστήμονες – Άνθρωποι  στα Πανεπιστήμια  και τα Ερευνητικά Κέντρα πού θα διαπιστώσουν πειραματικά αυτά πού πρώτοι εμείς οι Καλλιεργητές διαπιστώνουμε τηρώντας τις παραπάνω Αρχές.

Προσωπικά είμαι  πεπεισμένος ότι οι τροφές πού προέρχονται  από τους σπόρους αυτούς, πού καλλιεργούνται στο τοπικό περιβάλλον πού αναπτύχθηκαν,  συντελούν όχι μόνο προληπτικά για την καλή λειτουργία τού οργανισμού, αλλά ταυτόχρονα τον θωρακίζουν και ενεργοποιούν τούς μηχανισμούς του ώστε να μην εκδηλώνονται ανωμαλίες και εκφυλιστικές καταστάσεις. Δημιουργεί επομένως ισχυρά θεμέλια για την επιβίωσή μας , ώστε απρόσκοπτα να αφιερωθούμε στην εξελικτική μας πορεία και να εναρμονισθεί το σώμα και το πνεύμα μας.

Ειδικότερα για τα σιτηρά δεν μπορώ να δεχθώ ότι δημιουργούν προβλήματα υγείας στον άνθρωπο· μας διαφεύγει ότι  αποτελούν τη βάση της διατροφής χιλιάδων ετών στον άνθρωπο.

Αν λέγαμε πριν από 70 χρόνια σε ένα γιατρό και ένα γεωπόνο ότι ειδικότερα τα σιτηρά είναι μη αποδεκτά από τον οργανισμό μας θα μάς έλεγε τρελούς.

Αντωνόπουλος Γεώργιος